Jeffrey Eugenides
Middlesex
Ο Τζέφρy Ευγενίδης γεννήθηκε στο Ντιτρόιτ το 1960 και γνώρισε την πόλη στην ευημερία της αφού ήταν η καρδιά της αμερικανικής αυtοκινητοβιομηχανίας αλλά και την «παρακμή του αμερικανικού ονείρου και της αμερικανικής μεγαλούπολης» Ο πατέρας του Ευγενίδη ήταν γιος Ελλήνων μεταναστών.
“Οι γονείς του πατέρα μου” λέει ο ίδιος “ήταν Έλληνες μετανάστες και η μητρική του γλώσσα ήταν τα ελληνικά, αλλά όταν πήγε σχολείο έπρεπε να μάθει αγγλικά, να γίνει Αμερικανός και να ενσωματωθεί στην Αμερική. Γι’ αυτό και έγινε τελικά ένας αμερικανός πατριώτης, υπηρέτησε στον αμερικανικό Στρατό και στο Ναυτικό και όταν έφτασε στη μέση ηλικία δεν ενέκρινε την πολιτική της Ελλάδας στη διάρκεια της δεκαετίας του ’70. Ο πατέρας μου ήταν πάντα με το μέρος της Αμερικής. Από την άλλη, παρέμενε Ελληνας. ΄Εδινε ελληνικά ονόματα στις εταιρείες που δημιουργούσε, ένιωθε ότι ήταν Ελληνας και ότι η ελληνικότητά του αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς του...”
Από νωρίς ήθελε να γράψει. Όταν διάβασε το “Πορτρέτο ενός καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία” του Τζέημς Τζόις στο γυμνάσιο εντυπωσιάστηκε καθώς κι αυτός εκτός από την ελληνική καταγωγή είχε και ιρλανδική από την πλευρά της μητέρας του.
Σπούδασε Αγγλική λογοτεχνία πράγμα που τον ανάγκασε να διαβάσει όλη την αγγλική παράδοση ξεκινώντας από το Beowulf. Ένιωθε ότι, αφού ήθελε να μπει κι αυτός μέσα στην ίδια παράδοση, θα έπρεπε να ξέρει όσο καλύτερα τον λογοτεχνικό τους κανόνα.
Στο κολέγιο ενδιαφέρθηκε περισσότερο για τους σημαντικότερους μοντερνιστές: Joyce, Proust, Faulkner. Ύστερα από αυτούς ανακάλυψε τον Musil, την Woolf και άλλους. Σύντομα διάβασε τον Pynchon και τον John Barth.
Όταν όμως πρωτοδιάβασε Τολστόι κατάλαβε τι έχανε ως τότε. Ενώ στον Τζόις θαύμασε την υψηλή πρόζα και το παιγνίδι της γλώσσας, την ακρίβεια των Δουβλινέζικων χαρακτήρων του, στον Τολστόι λάτρεψε τη διαύγεια, την ζωντάνια και την πειστικότητα των ηρώων του. Τη δυνατότητα να σου φέρνει ήρωες και καταστάσεις κατευθείαν στο διαμέρισμά σου.
Όλη του η πορεία μέχρι σήμερα είναι μια προσπάθεια να συμβιβάσει αυτούς τους δύο πόλους, τον πειραματισμό των μοντερνιστών και την αφηγηματική δύναμη και στερεότητα των χαρακτήρων των ρεαλιστών του 19ου αιώνα. Στα πρώτα δείγματα γραφής του ανιχνεύεται ο στυλίστας Ναμπόκοφ, ο Μπέλλοου και ο Ροθ.
Τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα “Οι αυτόχειρες παρθένοι” (The VirginSuicides, 1993) and το “Middlesex” (2002) διαδρατίζονται στο Ντιτρόιτ και το γειτονικό προάστιο Grosse Pointe, όπου πέρασε την εφηβεία του. Σκηνικά μιας φθίνουσας και πρώην περήφανης πόλης και ενός πλούσιου προάστιου που περιγράφονται με την ζωντάνια χαρακτήρων ενός βιβλίου.
Και για τα δύο μυθιστορήματα επέλεξε διαφορετικές και ασυνήθιστες φωνές. Τον πρώτο πληθυντικό στις Παρθένες και ένα ερμαφρόδιτο πρόσωπο για το Μιντλσεξ.
***
“Οι αυτόχειρες παρθένοι” όμως είναι και ένα μυθιστόρημα για το Ντητρόιτ κατά ένα έμμεσο τρόπο. Όταν γεννήθηκε ο Ευγενίδης ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη στην χώρα όμως η παιδική του ηλικία ευνέπεσε με την παρακμή του Ντιτρόιτ. Μεγάλωσε βλέποντας τα σπίτια και τα κτίρια να καταρρέουν και να εξαφανίζονται. Με μια αίσθηση ενός εύθραυστου υλικού κόσμου.
Γι αυτό και έγραψε την ιστορία μιας οικογένειας με αυτοκτονικά παιδιά, πέντε κορίτσια, πέντε σύντομες ζωές, μέσα σε μια ατμόσφαιρα παρακμής όπως ήταν εκείνη που είχε βιώσει για το μελαγχολικό και αφημένο τοπίο των παιδικών του χρόνων. Μια παρέα αγοριών συγκεντρώνουν με συγκίνηση ύστερα από χρόνια τα τεκμήρια της τραγωδίας που χάραξε τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Ποτέ δεν μαθαίνουμε για ποιον ακριβώς λόγο αυτοκτόνησαν οι πέντε κόρες της οικογένειας Λίσμπον, αφήνοντας, σε όσους έμειναν πίσω, ανεξίτηλες αναμνήσεις.
Αυτό όμως που κάνει την ιστορία τόσο ενδιαφέρουσα αφηγηματικά είναι ότι ποτέ δεν μπορείς από το πληθυντικό εγώ να εντοπίσεις ποιος διηγείται την ιστορία. Αυτό κάνει τις “Αυτόχειρες παρθένες” το πιο πειραματικό του κείμενο.
Η ταινία της Σοφία Κόπολα έδωσε μεγάλη δημοσιότητα στο βιβλίο αυτό. Ωστόσο κινηματογραφικά επηρρεάστηκε από την ταινία “Picnic at the hanging Rock” του Αυστραλού Peter Weir (1975). Εκεί μια ομάδα μαθητριών εξαφανίζονται ανεξήγητα, κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής, αφήνοντας κι αυτές αναπάντητα ερωτήματα. Τις “Αυτόχειρες παρθένες” της σκηνοθέτησε ως θεατρικό δρώμενο η Susanne Kennedy στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2018.
***
Το Middlesex βραβεύτηκε με το Pulitzer Prize. Το 2007 η Oprah Winfrey το επέλεξε για το δικό της book club, δίνοντάς το μεγάλη αναγνωσιμότητα. Ιδού μερικές από τις λέξεις κλειδιά που έχουν θεωρητικά ερείσματα στο μυθιστόρημα: Bildungsroman, ethnic novel, Ethnicity, gender, Greek-American literature, identity, immigrant novel, integration, multiculturalism, politics of descent, public ethnic, second generation, symbolic ethnic, transsexual, queer.
Στο μυθιστόρημα η αφηγήτρια είναι η Κάλλι/Καλ (Καλλιόπη), κόρη μιας εύπορης οικογένειας Ελληνοαμερικανών με μικρασιατικές καταβολές που έχουν αφομοιωθεί και εξαμερικανισθεί, φροντίζοντας ωστόσο να διατηρούν τις κυριότερες ελληνορθόδοξες παραδόσεις. Η Κάλλι ανατρέφεται σαν κορίτσι μέχρι την εφηβεία της, οπότε και μια τυχαία ιατρική εξέταση φέρνει στο φως το κρυμμένο μέχρι τότε μυστικό της δυσδιάκριτης ανατομίας της.
Σύμφωνα με την ιατρική γνωμάτευση, η Κάλλι είναι «γενετικά άρρεν που μεγάλωσε ως θήλυ», και αποτελεί περίπτωση αρσενικού ψευδο-ερμαφρόδιτου. Η απροσδόκητη αυτή ανακάλυψη και η προτροπή του γιατρού να υποστεί η μικρή μια «διορθωτική» επέμβαση συγκλονίζει την Κάλλι, που αποφασίζει να το σκάσει από το σπίτι και να αποφασίσει μόνη της για το μέλλον της.
Από κει και πέρα η ζωή της Κάλλι, που πια μετονομάζεται σε Καλ, ακολουθεί μια ξέφρενη πορεία που επηρεάζει βαθύτατα την έφηβη και καθορίζει την τελική απόφασή της να επιλέξει το δικό της φύλο.
Συγχρόνως, μέσα από την επική οικογενειακή saga της οικογένειας των Στεφανίδη, ο Τζέφρυ Ευγενίδης βρίσκει την ευκαιρία να δώσει ένα πανόραμα του αμερικάνικου εικοστού αιώνα ξεκινώντας από την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης και φτάνοντας μέχρι τη δεκαετία του ’70.
Σ' αυτό το πολύπλοκο και πολυεπίπεδο μυθιστόρημα υπάρχει ένα στοιχείο που έρχεται από το παρελθόν. Το μετάξι, που σαν υλικό ή επαναλαμβανόμενο μοτίβο θα το συναντήσουμε αρκετές φορές στο μυθιστόρημα. Οι παππούδες του αφηγητή καλλιεργούσαν μετάξι. Έτσι κι ο συγγραφέας ξεκίνησε από αυτή την εικόνα και την πόλη στην Μικρά Ασία απ΄όπου ήρθαν οι δικοί του. Το μετάξι είναι μια μεταφορά όχι μόνον για την γενετική εξέλιξη των ηρώων αλλά και για την ίδια την ιστορία που αρχίζει ως εξής:
«Γεννήθηκα δύο φορές: πρώτα σαν κοριτσάκι, μια μάλλον ανέφελη μέρα του Γενάρη του 1960, στο Ντιτρόιτ ΄και πάλι μετά, σαν έφηβος, σε κάποιο θάλαμο στα επείγοντα, κοντά στο Πετόσκι του Μίσιγκαν, τον Αύγουστο του 1974”[i].
Το μωράκι λοιπόν με εγκέφαλο αρσενικού ανατράφηκε ως κοριτσάκι. Και τώρα έχοντας πλέον γεννηθεί, ετοιμάζεται να ξετυλίξει την ιστορία και να αφηγηθεί πώς έφτασε ως εδώ,
Βέβαια ο αφηγητής μας, τώρα πια, είναι πια ώριμος, ζει στο Βερολίνο όπου και εργάζεται. Τώρα όμως πρέπει να μας ταξιδέψει στο παρελθόν, τέλη 1922.
Τότε η γιαγιά Δεισδαιμόνα Στεφανίδη ζει στο όρος Όλυμπος της Μικρασίας, σε ένα χωριό έξω από την πόλη της Προύσας. Οι γονείς της είχαν πεθάνει στον πρόσφατο πόλεμο με τους Τούρκους. Κοντά της ο αδελφός της ο Λέφτυ, ένας χρόνος μικρότερός της, πολλές φορές παίζουν σαν παιδιά τα παιγνίδια των μεγάλων αφουγκράζοντας τις ψυχές και τις επιθυμίες τους. Εκείνος παρά τα προξενιά αποφεύγει να παντρευτεί, εκείνη αισθάνεται μια γλυκιά αναταραχή όταν τον αντικρίζει.
Η καταστροφή της Σμύρνης είναι ένα συγκλονιστικό κεφάλαιο.
Ενώ μαίνονται οι φωτιές καταφέρνουν μέσω του Γαλλικού Προξενείου να επιβιβαστούν σε ένα καράβι, μιμούμενοι τους Γάλλους πολίτες. Εδώ αναγκάζονται να δηλώσουν ζευγάρι τα δυο αδέλφια, ένα ψέμα που θα τους σημαδέψει στο εξής.
Από τον Πειραιά επιβιβάζονται στο “Τζούλια” για την Αμερική. Προσποιούνται τους ξένους, τους μόνους. Γνωρίζονται σαν να φλερτάρουν, τους παίρνουν είδηση όλοι κι αυτό είναι το σχέδιο. Η καταστροφή που άφησαν πίσω τους και αυτό το ουδέτερο πλωτό μη-έδαφος τους ενθαρρύνει να πούνε ό,τι θέλουν.
«Πέρασαν το ταξίδι παίζοντας μέχρι το τέλος αυτό το εικονικό φλερτ και σιγά σιγά άρχισαν να το πιστεύουν. Κατασκεύαζαν αναμνήσεις, αυτοσχεδίαζαν το πεπρωμένο...» (σ.104)
Ο γάμος τους έγινε εν πλω, το μυστήριο τελέστηκε στο κατάστρωμα.
«Κι εγώ επίσης είμαι απόγονος μιας λαθραίας επιχείρησης. Δίχως να το ξέρουν οι γονείς, στο ταξίδι προς την Αμερική , κουβαλούσαν ο καθένας τους, ένα και μοναδικό μεταλλαγμένο γονίδιο στο πέμπτο χρωμόσωμα. Δεν ήταν μια πρόσφατη μετάλλαξη... Σύμφωνα με τον γιατρό Λους, το γονίδιο πρωτοεμφανίστηκε στην οικογένειά μου κάπου γύρω στα 1750, στο σώμα κάποιας Πηνελόπης Ευαγγελάτου, προγιαγιά μου...» (σ.109)
Στα χωρικά ύδατα της Αμερικής στη Νήσο Έλλις περνάνε ταπεινωτικές ιατρικές εξετάσεις και ξεψειρίσματα. Είχαν όμως και να δηλώσουν συγγενείς στην Αμερική. Την εξαδέλφη τους Σουρμελίνα που ζούσε στο Ντιτρόιτ.
Κάποια στιγμή έμειναν και οι δύο ταυτόχρονα έγκυες. Την ίδια στιγμή στο μαιευτήριο γεννούσε η Σουρμελίνα την Θεοδώρα και η Δεισδαιμόνα τον Μιλτιάδη που θα αποκαλείτο στο εξής Μίλτον.
Τα επόμενα χρόνια, στη δεκαετία του 40, η Θεοδώρα Ζίσμο αποκαλείται πια Τέσσι, είναι μια εικοσάχρονη όμορφη κοπέλα και ο Μίλτον έχοντας απορριφθεί από τον στρατό δουλεύει στο μπαρ του πατέρα του. Αρχίζουν οι επισκέψεις από συγγενείς με κορίτσια της ελληνικής κοινότητα, για τα προξενιά. Όμως ο Μίλτον γοητεύεται από την δεύτερη εξαδέλφη του, την Τέσσι η οποία θα παρακάμψει ένα άλλο γάμο για να τον παντρευτεί τελικά.
Και έτσι έρχεται στον κόσμο η Καλλιόπη η οποία:
«Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν: Η Σουρμελίνα Ζίσμο (το γένος Παπαδιαμαντοπούλου) δεν ήταν μόνο εξαδέλφη του παππού μου. Ήταν και γιαγιά μου επίσης. Ο πατέρας μου ήταν ανιψιός της ίδιας του της μάνας (και του πατέρα του). Εκτός του ότι ήταν παππούδες μου, Η Δεισδαιμόνα και ο Λέφτυ ήταν θείοι του πατέρα και τη μητέρας μου» (σ.283).
Οι γονείς δεν έβλεπαν όμως κάτι δυσλειτουργικό στο παιδί τους;
«Μέχρι να φτάσω στην εφηβεία και προτού τα ανδρογόνα κατακλύσουν το αίμα στα αγγεία μου, τα σημεία στα οποία διέφερα απ’ τα άλλα κοριτσάκια ήταν δύσκολο να ανιχνευθούν. Ο παιδίατρος μου δεν αντιλήφθηκε ποτέ τίποτα το ασυνήθιστο».
Στο μεταξύ η Καλλιόπη φτάνοντας στην εφηβεία έχει να αντιμετωπίσει τις κρυμμένες της μεταλλάξεις. Πρέπει να προσέχει όταν κάνει σπορ, να αλλάζει κάπως πιο διακριτικά, το στήθος της είναι εντελώς επίπεδο, πρέπει να σταυρώνει τα πόδια της σαν κορίτσι.
«Ψήλωσα. Η φωνή μου μέστωσε… Ωστόσο τίποτε δεν έμοιαζε αφύσικο. Η λυγερή μου φτιάξη, η λεπτή μου μέση, το μικρός μέγεθος του κεφαλιού μου, των χεριών και των πελμάτων μου, δε γεννούσαν απορία στο μυαλό κανενός... Ήμουν μεταμφιεσμένη πίσω από την αδυναμία μου. Οι αρχές της δεκαετίας του 70 ήταν μια καλή εποχή να έχεις στήθος πλάκα. Ο ανδρογυνισμός ήταν της μόδας» (σ.437).
Αργότερα η Καλλιόπη στο κολέγιο θηλέων, όπου φοιτά, γνωρίζει ένα κορίτσι που στο εξής θα το ονομάζει Σκοτεινό Αντικείμενο. Η φίλη της διαβάζει όμορφα, καθηλωτικά. Εκείνες τις ημέρες ήταν που ανέβηκε η Αντιγόνη και η Καλλιόπη υποδύθηκε τον Τειρεσία καθώς η κάπως μισοαλλαγμένη φωνή της και ένα ελαφρό κύρτωμα της έδινε μια παραδοξότητα στην εμφάνιση και στην κίνηση. Όμως εκείνη το κάνει για να έλθει πιο κοντά στο Σκοτεινό Αντικείμενο. Αυτό όμως ισχυροποιεί τον έρωτα της Κάλι απέναντι στο Σκοτεινό Αντικείμενο και για πρώτη φορά κοιμούνται μαζί. Χωρίς δράματα και ενοχές.
«Ποτέ δεν εξαρτώνται από μας τα πιο σπουδαία πράγματα. Η γέννηση, εννοώ, κι ο θάνατος. Κι ο έρωτας. Κι αυτό που ο έρωτας κληροδοτεί προτού ακόμη γεννηθούμε».
Όμως ο Τζερόμ, ο αδελφός του Σκοτεινού Αντικειμένου, θα την κυνηγήσει και η Κάλι πέφτει πάνω σε ένα τρακτέρ. Ο γιατρός που την περιθάλπει δίνει μια διαφορετική περιγραφή στους γονείς της κι έτσι παραπέμπεται σε έναν ειδικό σε μια Κλινική Σεξουλικών Διαταραχών και Ταυτότητας Γένους στη Νέα Υόρκη. Η Κάλι γίνεται αντικείμενο έρευνα, ψυχολογικών αποτιμήσεων. Τις εξετάσεις της παρακολουθούν ταυτόχρονα και άλλοι γιατροί.
Εκεί στην κλινική αποφασίζεται να γίνει η διόρθωση. Ο Μίλτον ακούει άφωνος τον γενετικό κλονισμό που υπέστη η κόρη του και ότι αυτό συμβαίνει σε πολύ μικρές και απομακρυσμένες κοινωνίες. Όμως οι επεμβάσεις που προτείνει ο ειδικός γιατρός δεν ακολουθούν τις επιθυμίες της Κάλι, αφού σχεδιάζει να την διαμορφώσει σε ένα κανονικό κορίτσι.
Η Κάλι πετάγεται έξω, τρέχει να ξεφύγει. Προλαβαίνει ωστόσο να διαβάσει και τον φάκελο της. Ανάμεσα αναφέρεται ότι «το γένος σύμφωνα με το οποίο μεγαλώνει κανείς παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην εδραίωση της ταυτότητας του γένους παρά οι γενετικοί καθοριστικοί παράγοντες».
«Οι παππούδες μου το είχαν σκάσει από το σπίτι τους εξ αιτίας ενός πολέμου. Τώρα, κάπου πενήντα δύο χρόνια αργότερα, εγώ το έσκαγα από τον εαυτό μου».
Στο Σαν Φραντσίσκο, θα ζήσει με άστεγους στα πάρκα. Αναρωτιόταν τι να απέγινε η οικογένειά του, ο Μίλτον που είδε και τα δύο παιδιά του να έχουν φύγει, αφού και ο αδελφός της ήταν φευγάτος από καιρό.
Εκεί στο πάρκο τον ξυλοκοπάνε και τρομάζουν με την κατάστασή του. Θα τον περιμαζέψει ένας τύπος που διευθύνει ένα κλαμπ, ένα υποκοσμιακό στέκι, το Σίξτι Νάινερς, με ατραξιόν και ανάμεσα στα σόου θα ενταχθεί και ο Καλ. Στον κήπο της Οκτάπουσι.
Σε μια δεξαμενή με παραθυράκια γύρω για τους πελάτες, βουτάνε μέσα γυμνές γυναίκες, κάθε λογής. Εκεί γνωρίζεται με την Ζόρα που είναι γυναίκα που δεν επιθυμεί το φύλο της. Η Ζόρα λέει κάτι που μάλλον ανήκει στην θέση του Ευγενίδη και την σύγχρονη αντίληψη περί φύλου: «Το φύλο είναι βιολογικό. Το γένος είναι πολιτιστικό».
Η Ζόρα του δίνει βιβλία για να μορφωθεί και να εξηγήσει την περίπτωσή του. Όμως κάποια στιγμή η αστυνομία εισβάλλει στο κλαμπ και τους οδηγεί όλους στο τμήμα. Εκεί ο Καλ αναγκάζεται να τηλεφωνήσει στο σπίτι. Το σηκώνει ο αδελφός του και αμέσως μαθαίνει ότι ο πατέρας ο Μίλτον είχε σκοτωθεί σε ατύχημα.
Θα συμβούν πολλά στο ενδιάμεσο σ΄αυτό το ογκώδες μυθιστόρημα που θα ολοκληρωθεί με την συγκινητική η επιστροφή του Καλ.
“Why?” [Tessie] kept crying softly, shaking her head. “Why?” I thought she was talking about Milton. But then she clarified: “Why did you run away, honey?”
“I had to.”
“Don’t you think it would have been easier just to stay the way you were?”
I lifted my face and looked into my mother’s eyes. And I told her: “This is the way I was.”
Για πρώτη φορά ο Καλ αφήνει να εννοηθεί ότι αποφάσισε να επιλέξει το φύλο του όπως ήταν προγραμμένο στα γονίδια ή στο αρσενικό μυαλό του.
Και λέγοντας ότι “This is the way I was,” ο Καλ επιβεβαιώνει ότι πάντα ήταν ένα αγόρι και ότι έχει διαγράψει την διεμφυλικότητά του. Δεν υπάρχει γι αυτόν ένα μεσαίο γένος.
****
Το Μίντλσεξ είναι ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα και ταυτόχρονα μια παλαιάς κοπής ιστορία που επικαλείται αρχαίους μύθους.
Είναι και μια ιστορία εφηβείας από τη σκοπιά της πιο ακραίας περίπτωσης intersex, η περιπέτεια μιας οικογένειας που εμφυτεύεται σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από το οικείο της, η άνοδος και πτώση του Ντητρόιτ, το χρονικό της κατάρρευσης της αμερικανικής οικογένειας και η υποβλητική περιγραφή της καταστροφής της Σμύρνης.
Ο Καλ, επανέφερε μια καινούργια ταυτότητα αλλά και τι σημαίνει να είσαι Ελληνοαμερικανός, τι σημαίνει να ζεις σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους.
Όμως μιλώντας για έναν ερμαφρόδιτο στην εφηβεία του συμπεριλαμβάνει και την ίδια τη φάση της εφηβείας, μια τόσο σημαντική περίοδο για την ανάπτυξη του ατόμου, τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του και την ένταξή του σε ένα κοινωνικό περίγυρο.
Η εμφάνιση της γενετικής θεωρίας και σε αυτό το βιβλίο είναι εμφανής και απασχόλησε και άλλα βιβλία του 21ου αιώνα. Ποιος καθορίζει την υπόστασή μας, το περιβάλλον ή τα γονίδια. Σήμερα κυριαρχεί η άποψη ότι είναι μοιρασμένα 50% στο καθένα. Έτσι και στο βιβλίο ο αφηγητής, η Κάλι, καθορίζεται από τα γονίδια που κουβαλάει μέσα της. Όμως ταυτόχρονα υπάρχει η ελεύθερη βούληση και οι πιθανότητες στη ζωή της να διαμορφωθεί διαφορετικά και αυτό είναι ένα από τα πιο δυνατά μηνύματα του βιβλίου.
***
Το μυθιστόρημα του Ευγενίδη θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηρισθεί queer novel. Mια ερμαφρόδιτη έφηβη προσπαθεί να ορίσει τον εαυτό της υπερβαίνοντας τους περιορισμούς και τους αποκλεισμούς του αντιθετικού δίπολου αρσενικό/θηλυκό, ενώ συγχρόνως ανακαλύπτει το σώμα της και πειραματίζεται με τη σεξουαλικότητά της.
Όπως γράφει η θεωρητικός Eve Sedgwics, “‘queer’ can refer to: the open mesh of possibilities, gaps, overlaps, dissonances and resonances, lapses and excesses of meaning when the constituent elements of anyone's gender, of anyone's sexuality aren't made (or can't be made) to signify monolithically”.
Ας ακούσουμε τη φωνή του Καλ.
“...I never felt out of place being a girl. I still don’t feel entirely at home among men. Desire made me cross over to the other side, desire and the facticity of my body”.
Και αν στο μυθιστόρημα ο Καλ/λι δεν πειραματίζεται με το σώμα του υπάρχει ωστόσο μια ενδιαφέρουσα περίοδος μετάβασης από την Κάλι στον Καλ. Ας θυμηθούμε την σκηνή που κόβει τα μαλλιά και δραπετεύει, τότε που κοιτάζεται στον καθρέπτη και λέει
“I refuse to return Calliope’s gaze any longer.
Έχει αρχίσει μια περίοδος μεταβατικότητας που ακριβώς αυτό το στάδιο σηματοδοτεί την trans* identity. Και είναι μια ταυτότητα σημαντική για αυτό το στάδιο που θα ήθελε και ο ίδιος ο Καλ να διαβαστεί ως έχει.
Στην πραγματικότητα είναι ένα μυθιστόρημα που ποτέ δεν νοιώθεις ότι άκουσες την οριστική ιστορία του αλλά κάτι έμεινε που δεν ειπώθηκε εκεί μέσα ειδικά όταν πηγαίνει γενιές πίσω χρησιμοποιώντας τόσα διαφορετικά εκφραστικά μέσα. Από την οθωμανική ανατολή στον Ντιτρόιτ και στο Βερολίνο και μέσα από τόσες αναφορές μυθολογικές, επιστημονικές.
***
Ο Jeffrey Eugenides όμως βουτάει εντελώς στην ελληνική του ταυτότητα δίνοντάς την όλες τις εκδοχές. Ίσως επειδή και οι Ελληνες είχαν βρει έναν μυθολογικό τρόπο για να αποδώσουν την ρευστότητα της ανθρώπινης φύσης επινοώντας τον Ερμαφρόδιτο,τη δυαδικότητα. Την ελληνοαμερικανική ταυτότητα στο τέλος. Και δεν αφορά μόνον τη εθνικότητα αλλά την σύγχρονη ταυτότητα και πώς την επινοείς σήμερα και την ξαναφτιάχνεις. Από την άλλη είναι και ένας σπόρος σ΄αυτό που θα αποκαλούσαμε Greek-American μυθιστόρημα
Ο αφηγητής κατά τη διαρκεια της αφήγησης επινοεί και φτιάχνει αυτή την ταυτότητα, όχι μόνον σωματικά αλλά μέσα από ένα πλαίσιο καταγωγής και εθνικότητας.
Είναι μια πολυγενεαλογική σάγκα, όπου οι Στεφανίδηδες ως οικογένεια επινοούν και δημιουργούν μια νέα αμερικανικότητα και ελληνικότητα τοποθετώντας την στην ήδη επικρατούσα Αμερικανική κοινωνία. Μια ελληνική κοινότητα που παλεύει να ανταπεξέλθει στα ζητήματα αυτά.
Και αυτό κυρίως μπορεί να το καταφέρει ή να το ολοκληρώσει η τρίτη γενιά, ανασυνθέτοντας και επαναφέροντας την ιστορία των προγόνων και ως εθνολογικό ζήτημα καταγωγής.
Ένας νέος κοσμοπολιτισμός που δεν παραμερίζει την εμπλοκή του με τη διαφορετικότητα, δεν αποστρέφεται τον πατριωτισμό για να αναλωθεί σε μια ηθική μια παγκοσμιότητας. Το γένος στο μυθιστόρημα είναι μια μεταφορά για έναν νέο εαυτό που θα αποφασίσει για τη δική του υπόσταση.
***
Ο Ευγενίδης το 2011, εννέα χρόνια μετά, έγραψε το τρίτο του μυθιστόρημα το The MarriagePlot, “Σενάριο γάμου”.
Ένα μυθιστόρημα που πάει πίσω στα κολεγιακά του χρόνια στο πανεπιστήμιο Μπράουν τη δεκαετία του ογδόντα και ακολουθεί τρεις φοιτητές, δύο αγόρια και ένα κορίτσι στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, την σχέση μεταξύ τους αλλά και με τον κόσμο γύρω τους. Μια ιστορία γεμάτη νεανικότητα αλλά και γαλλική θεωρία. Θα λέγαμε ένα μυθιστόρημα ιδεών αλλά ιδεών που κατατρέχονται από τη ζωή. Κι αυτό, όπως και τα άλλη μυθιστορήματα είδε ζωή ως απόσπασμα στο The New Yorker.
Το Fresh Complaint 2017, “Δελτίο παραπόνων”, είναι και η πιο πρόσφατη συλλογή διηγημάτων που συγκέντρωσε σε ένα τόμο, δημοσιευμένα και μη από το 1988 μέχρι 2017.
Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Νοέμβριος 2019
[i] Όλα τα βιβλία του Τζέφρυ Ευγενίδης κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Μερικά Links
Συνέντευξη στο Paris Review (ανοιχτή στο Blog του Θεόδωρος Γρηγοριάδης )
O Jeffrey Eugenides συζητάει με τον συγγραφέα Jonathan Safran Foer
Άρθρο του Γιώργου Αναγνώστου για την Ελληνοαμερικανική λογοτεχνία
Παρουσίαση στην εκπομπή “Οι κεραίες της εποχής μας”
Δοκίμιο της Aristi Mendel : The Reinvention of Identity in Jeffrey Eugenides’s Middlesex
Συζήτηση με τον Michael Williams:
“Οι γονείς του πατέρα μου” λέει ο ίδιος “ήταν Έλληνες μετανάστες και η μητρική του γλώσσα ήταν τα ελληνικά, αλλά όταν πήγε σχολείο έπρεπε να μάθει αγγλικά, να γίνει Αμερικανός και να ενσωματωθεί στην Αμερική. Γι’ αυτό και έγινε τελικά ένας αμερικανός πατριώτης, υπηρέτησε στον αμερικανικό Στρατό και στο Ναυτικό και όταν έφτασε στη μέση ηλικία δεν ενέκρινε την πολιτική της Ελλάδας στη διάρκεια της δεκαετίας του ’70. Ο πατέρας μου ήταν πάντα με το μέρος της Αμερικής. Από την άλλη, παρέμενε Ελληνας. ΄Εδινε ελληνικά ονόματα στις εταιρείες που δημιουργούσε, ένιωθε ότι ήταν Ελληνας και ότι η ελληνικότητά του αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς του...”
Από νωρίς ήθελε να γράψει. Όταν διάβασε το “Πορτρέτο ενός καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία” του Τζέημς Τζόις στο γυμνάσιο εντυπωσιάστηκε καθώς κι αυτός εκτός από την ελληνική καταγωγή είχε και ιρλανδική από την πλευρά της μητέρας του.
Σπούδασε Αγγλική λογοτεχνία πράγμα που τον ανάγκασε να διαβάσει όλη την αγγλική παράδοση ξεκινώντας από το Beowulf. Ένιωθε ότι, αφού ήθελε να μπει κι αυτός μέσα στην ίδια παράδοση, θα έπρεπε να ξέρει όσο καλύτερα τον λογοτεχνικό τους κανόνα.
Στο κολέγιο ενδιαφέρθηκε περισσότερο για τους σημαντικότερους μοντερνιστές: Joyce, Proust, Faulkner. Ύστερα από αυτούς ανακάλυψε τον Musil, την Woolf και άλλους. Σύντομα διάβασε τον Pynchon και τον John Barth.
Όταν όμως πρωτοδιάβασε Τολστόι κατάλαβε τι έχανε ως τότε. Ενώ στον Τζόις θαύμασε την υψηλή πρόζα και το παιγνίδι της γλώσσας, την ακρίβεια των Δουβλινέζικων χαρακτήρων του, στον Τολστόι λάτρεψε τη διαύγεια, την ζωντάνια και την πειστικότητα των ηρώων του. Τη δυνατότητα να σου φέρνει ήρωες και καταστάσεις κατευθείαν στο διαμέρισμά σου.
Όλη του η πορεία μέχρι σήμερα είναι μια προσπάθεια να συμβιβάσει αυτούς τους δύο πόλους, τον πειραματισμό των μοντερνιστών και την αφηγηματική δύναμη και στερεότητα των χαρακτήρων των ρεαλιστών του 19ου αιώνα. Στα πρώτα δείγματα γραφής του ανιχνεύεται ο στυλίστας Ναμπόκοφ, ο Μπέλλοου και ο Ροθ.
Τα δύο πρώτα του μυθιστορήματα “Οι αυτόχειρες παρθένοι” (The VirginSuicides, 1993) and το “Middlesex” (2002) διαδρατίζονται στο Ντιτρόιτ και το γειτονικό προάστιο Grosse Pointe, όπου πέρασε την εφηβεία του. Σκηνικά μιας φθίνουσας και πρώην περήφανης πόλης και ενός πλούσιου προάστιου που περιγράφονται με την ζωντάνια χαρακτήρων ενός βιβλίου.
Και για τα δύο μυθιστορήματα επέλεξε διαφορετικές και ασυνήθιστες φωνές. Τον πρώτο πληθυντικό στις Παρθένες και ένα ερμαφρόδιτο πρόσωπο για το Μιντλσεξ.
***
“Οι αυτόχειρες παρθένοι” όμως είναι και ένα μυθιστόρημα για το Ντητρόιτ κατά ένα έμμεσο τρόπο. Όταν γεννήθηκε ο Ευγενίδης ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη πόλη στην χώρα όμως η παιδική του ηλικία ευνέπεσε με την παρακμή του Ντιτρόιτ. Μεγάλωσε βλέποντας τα σπίτια και τα κτίρια να καταρρέουν και να εξαφανίζονται. Με μια αίσθηση ενός εύθραυστου υλικού κόσμου.
Γι αυτό και έγραψε την ιστορία μιας οικογένειας με αυτοκτονικά παιδιά, πέντε κορίτσια, πέντε σύντομες ζωές, μέσα σε μια ατμόσφαιρα παρακμής όπως ήταν εκείνη που είχε βιώσει για το μελαγχολικό και αφημένο τοπίο των παιδικών του χρόνων. Μια παρέα αγοριών συγκεντρώνουν με συγκίνηση ύστερα από χρόνια τα τεκμήρια της τραγωδίας που χάραξε τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Ποτέ δεν μαθαίνουμε για ποιον ακριβώς λόγο αυτοκτόνησαν οι πέντε κόρες της οικογένειας Λίσμπον, αφήνοντας, σε όσους έμειναν πίσω, ανεξίτηλες αναμνήσεις.
Αυτό όμως που κάνει την ιστορία τόσο ενδιαφέρουσα αφηγηματικά είναι ότι ποτέ δεν μπορείς από το πληθυντικό εγώ να εντοπίσεις ποιος διηγείται την ιστορία. Αυτό κάνει τις “Αυτόχειρες παρθένες” το πιο πειραματικό του κείμενο.
Η ταινία της Σοφία Κόπολα έδωσε μεγάλη δημοσιότητα στο βιβλίο αυτό. Ωστόσο κινηματογραφικά επηρρεάστηκε από την ταινία “Picnic at the hanging Rock” του Αυστραλού Peter Weir (1975). Εκεί μια ομάδα μαθητριών εξαφανίζονται ανεξήγητα, κατά τη διάρκεια μιας εκδρομής, αφήνοντας κι αυτές αναπάντητα ερωτήματα. Τις “Αυτόχειρες παρθένες” της σκηνοθέτησε ως θεατρικό δρώμενο η Susanne Kennedy στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2018.
***
Το Middlesex βραβεύτηκε με το Pulitzer Prize. Το 2007 η Oprah Winfrey το επέλεξε για το δικό της book club, δίνοντάς το μεγάλη αναγνωσιμότητα. Ιδού μερικές από τις λέξεις κλειδιά που έχουν θεωρητικά ερείσματα στο μυθιστόρημα: Bildungsroman, ethnic novel, Ethnicity, gender, Greek-American literature, identity, immigrant novel, integration, multiculturalism, politics of descent, public ethnic, second generation, symbolic ethnic, transsexual, queer.
Στο μυθιστόρημα η αφηγήτρια είναι η Κάλλι/Καλ (Καλλιόπη), κόρη μιας εύπορης οικογένειας Ελληνοαμερικανών με μικρασιατικές καταβολές που έχουν αφομοιωθεί και εξαμερικανισθεί, φροντίζοντας ωστόσο να διατηρούν τις κυριότερες ελληνορθόδοξες παραδόσεις. Η Κάλλι ανατρέφεται σαν κορίτσι μέχρι την εφηβεία της, οπότε και μια τυχαία ιατρική εξέταση φέρνει στο φως το κρυμμένο μέχρι τότε μυστικό της δυσδιάκριτης ανατομίας της.
Σύμφωνα με την ιατρική γνωμάτευση, η Κάλλι είναι «γενετικά άρρεν που μεγάλωσε ως θήλυ», και αποτελεί περίπτωση αρσενικού ψευδο-ερμαφρόδιτου. Η απροσδόκητη αυτή ανακάλυψη και η προτροπή του γιατρού να υποστεί η μικρή μια «διορθωτική» επέμβαση συγκλονίζει την Κάλλι, που αποφασίζει να το σκάσει από το σπίτι και να αποφασίσει μόνη της για το μέλλον της.
Από κει και πέρα η ζωή της Κάλλι, που πια μετονομάζεται σε Καλ, ακολουθεί μια ξέφρενη πορεία που επηρεάζει βαθύτατα την έφηβη και καθορίζει την τελική απόφασή της να επιλέξει το δικό της φύλο.
Συγχρόνως, μέσα από την επική οικογενειακή saga της οικογένειας των Στεφανίδη, ο Τζέφρυ Ευγενίδης βρίσκει την ευκαιρία να δώσει ένα πανόραμα του αμερικάνικου εικοστού αιώνα ξεκινώντας από την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης και φτάνοντας μέχρι τη δεκαετία του ’70.
Σ' αυτό το πολύπλοκο και πολυεπίπεδο μυθιστόρημα υπάρχει ένα στοιχείο που έρχεται από το παρελθόν. Το μετάξι, που σαν υλικό ή επαναλαμβανόμενο μοτίβο θα το συναντήσουμε αρκετές φορές στο μυθιστόρημα. Οι παππούδες του αφηγητή καλλιεργούσαν μετάξι. Έτσι κι ο συγγραφέας ξεκίνησε από αυτή την εικόνα και την πόλη στην Μικρά Ασία απ΄όπου ήρθαν οι δικοί του. Το μετάξι είναι μια μεταφορά όχι μόνον για την γενετική εξέλιξη των ηρώων αλλά και για την ίδια την ιστορία που αρχίζει ως εξής:
«Γεννήθηκα δύο φορές: πρώτα σαν κοριτσάκι, μια μάλλον ανέφελη μέρα του Γενάρη του 1960, στο Ντιτρόιτ ΄και πάλι μετά, σαν έφηβος, σε κάποιο θάλαμο στα επείγοντα, κοντά στο Πετόσκι του Μίσιγκαν, τον Αύγουστο του 1974”[i].
Το μωράκι λοιπόν με εγκέφαλο αρσενικού ανατράφηκε ως κοριτσάκι. Και τώρα έχοντας πλέον γεννηθεί, ετοιμάζεται να ξετυλίξει την ιστορία και να αφηγηθεί πώς έφτασε ως εδώ,
Βέβαια ο αφηγητής μας, τώρα πια, είναι πια ώριμος, ζει στο Βερολίνο όπου και εργάζεται. Τώρα όμως πρέπει να μας ταξιδέψει στο παρελθόν, τέλη 1922.
Τότε η γιαγιά Δεισδαιμόνα Στεφανίδη ζει στο όρος Όλυμπος της Μικρασίας, σε ένα χωριό έξω από την πόλη της Προύσας. Οι γονείς της είχαν πεθάνει στον πρόσφατο πόλεμο με τους Τούρκους. Κοντά της ο αδελφός της ο Λέφτυ, ένας χρόνος μικρότερός της, πολλές φορές παίζουν σαν παιδιά τα παιγνίδια των μεγάλων αφουγκράζοντας τις ψυχές και τις επιθυμίες τους. Εκείνος παρά τα προξενιά αποφεύγει να παντρευτεί, εκείνη αισθάνεται μια γλυκιά αναταραχή όταν τον αντικρίζει.
Η καταστροφή της Σμύρνης είναι ένα συγκλονιστικό κεφάλαιο.
Ενώ μαίνονται οι φωτιές καταφέρνουν μέσω του Γαλλικού Προξενείου να επιβιβαστούν σε ένα καράβι, μιμούμενοι τους Γάλλους πολίτες. Εδώ αναγκάζονται να δηλώσουν ζευγάρι τα δυο αδέλφια, ένα ψέμα που θα τους σημαδέψει στο εξής.
Από τον Πειραιά επιβιβάζονται στο “Τζούλια” για την Αμερική. Προσποιούνται τους ξένους, τους μόνους. Γνωρίζονται σαν να φλερτάρουν, τους παίρνουν είδηση όλοι κι αυτό είναι το σχέδιο. Η καταστροφή που άφησαν πίσω τους και αυτό το ουδέτερο πλωτό μη-έδαφος τους ενθαρρύνει να πούνε ό,τι θέλουν.
«Πέρασαν το ταξίδι παίζοντας μέχρι το τέλος αυτό το εικονικό φλερτ και σιγά σιγά άρχισαν να το πιστεύουν. Κατασκεύαζαν αναμνήσεις, αυτοσχεδίαζαν το πεπρωμένο...» (σ.104)
Ο γάμος τους έγινε εν πλω, το μυστήριο τελέστηκε στο κατάστρωμα.
«Κι εγώ επίσης είμαι απόγονος μιας λαθραίας επιχείρησης. Δίχως να το ξέρουν οι γονείς, στο ταξίδι προς την Αμερική , κουβαλούσαν ο καθένας τους, ένα και μοναδικό μεταλλαγμένο γονίδιο στο πέμπτο χρωμόσωμα. Δεν ήταν μια πρόσφατη μετάλλαξη... Σύμφωνα με τον γιατρό Λους, το γονίδιο πρωτοεμφανίστηκε στην οικογένειά μου κάπου γύρω στα 1750, στο σώμα κάποιας Πηνελόπης Ευαγγελάτου, προγιαγιά μου...» (σ.109)
Στα χωρικά ύδατα της Αμερικής στη Νήσο Έλλις περνάνε ταπεινωτικές ιατρικές εξετάσεις και ξεψειρίσματα. Είχαν όμως και να δηλώσουν συγγενείς στην Αμερική. Την εξαδέλφη τους Σουρμελίνα που ζούσε στο Ντιτρόιτ.
Κάποια στιγμή έμειναν και οι δύο ταυτόχρονα έγκυες. Την ίδια στιγμή στο μαιευτήριο γεννούσε η Σουρμελίνα την Θεοδώρα και η Δεισδαιμόνα τον Μιλτιάδη που θα αποκαλείτο στο εξής Μίλτον.
Τα επόμενα χρόνια, στη δεκαετία του 40, η Θεοδώρα Ζίσμο αποκαλείται πια Τέσσι, είναι μια εικοσάχρονη όμορφη κοπέλα και ο Μίλτον έχοντας απορριφθεί από τον στρατό δουλεύει στο μπαρ του πατέρα του. Αρχίζουν οι επισκέψεις από συγγενείς με κορίτσια της ελληνικής κοινότητα, για τα προξενιά. Όμως ο Μίλτον γοητεύεται από την δεύτερη εξαδέλφη του, την Τέσσι η οποία θα παρακάμψει ένα άλλο γάμο για να τον παντρευτεί τελικά.
Και έτσι έρχεται στον κόσμο η Καλλιόπη η οποία:
«Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν: Η Σουρμελίνα Ζίσμο (το γένος Παπαδιαμαντοπούλου) δεν ήταν μόνο εξαδέλφη του παππού μου. Ήταν και γιαγιά μου επίσης. Ο πατέρας μου ήταν ανιψιός της ίδιας του της μάνας (και του πατέρα του). Εκτός του ότι ήταν παππούδες μου, Η Δεισδαιμόνα και ο Λέφτυ ήταν θείοι του πατέρα και τη μητέρας μου» (σ.283).
Οι γονείς δεν έβλεπαν όμως κάτι δυσλειτουργικό στο παιδί τους;
«Μέχρι να φτάσω στην εφηβεία και προτού τα ανδρογόνα κατακλύσουν το αίμα στα αγγεία μου, τα σημεία στα οποία διέφερα απ’ τα άλλα κοριτσάκια ήταν δύσκολο να ανιχνευθούν. Ο παιδίατρος μου δεν αντιλήφθηκε ποτέ τίποτα το ασυνήθιστο».
Στο μεταξύ η Καλλιόπη φτάνοντας στην εφηβεία έχει να αντιμετωπίσει τις κρυμμένες της μεταλλάξεις. Πρέπει να προσέχει όταν κάνει σπορ, να αλλάζει κάπως πιο διακριτικά, το στήθος της είναι εντελώς επίπεδο, πρέπει να σταυρώνει τα πόδια της σαν κορίτσι.
«Ψήλωσα. Η φωνή μου μέστωσε… Ωστόσο τίποτε δεν έμοιαζε αφύσικο. Η λυγερή μου φτιάξη, η λεπτή μου μέση, το μικρός μέγεθος του κεφαλιού μου, των χεριών και των πελμάτων μου, δε γεννούσαν απορία στο μυαλό κανενός... Ήμουν μεταμφιεσμένη πίσω από την αδυναμία μου. Οι αρχές της δεκαετίας του 70 ήταν μια καλή εποχή να έχεις στήθος πλάκα. Ο ανδρογυνισμός ήταν της μόδας» (σ.437).
Αργότερα η Καλλιόπη στο κολέγιο θηλέων, όπου φοιτά, γνωρίζει ένα κορίτσι που στο εξής θα το ονομάζει Σκοτεινό Αντικείμενο. Η φίλη της διαβάζει όμορφα, καθηλωτικά. Εκείνες τις ημέρες ήταν που ανέβηκε η Αντιγόνη και η Καλλιόπη υποδύθηκε τον Τειρεσία καθώς η κάπως μισοαλλαγμένη φωνή της και ένα ελαφρό κύρτωμα της έδινε μια παραδοξότητα στην εμφάνιση και στην κίνηση. Όμως εκείνη το κάνει για να έλθει πιο κοντά στο Σκοτεινό Αντικείμενο. Αυτό όμως ισχυροποιεί τον έρωτα της Κάλι απέναντι στο Σκοτεινό Αντικείμενο και για πρώτη φορά κοιμούνται μαζί. Χωρίς δράματα και ενοχές.
«Ποτέ δεν εξαρτώνται από μας τα πιο σπουδαία πράγματα. Η γέννηση, εννοώ, κι ο θάνατος. Κι ο έρωτας. Κι αυτό που ο έρωτας κληροδοτεί προτού ακόμη γεννηθούμε».
Όμως ο Τζερόμ, ο αδελφός του Σκοτεινού Αντικειμένου, θα την κυνηγήσει και η Κάλι πέφτει πάνω σε ένα τρακτέρ. Ο γιατρός που την περιθάλπει δίνει μια διαφορετική περιγραφή στους γονείς της κι έτσι παραπέμπεται σε έναν ειδικό σε μια Κλινική Σεξουλικών Διαταραχών και Ταυτότητας Γένους στη Νέα Υόρκη. Η Κάλι γίνεται αντικείμενο έρευνα, ψυχολογικών αποτιμήσεων. Τις εξετάσεις της παρακολουθούν ταυτόχρονα και άλλοι γιατροί.
Εκεί στην κλινική αποφασίζεται να γίνει η διόρθωση. Ο Μίλτον ακούει άφωνος τον γενετικό κλονισμό που υπέστη η κόρη του και ότι αυτό συμβαίνει σε πολύ μικρές και απομακρυσμένες κοινωνίες. Όμως οι επεμβάσεις που προτείνει ο ειδικός γιατρός δεν ακολουθούν τις επιθυμίες της Κάλι, αφού σχεδιάζει να την διαμορφώσει σε ένα κανονικό κορίτσι.
Η Κάλι πετάγεται έξω, τρέχει να ξεφύγει. Προλαβαίνει ωστόσο να διαβάσει και τον φάκελο της. Ανάμεσα αναφέρεται ότι «το γένος σύμφωνα με το οποίο μεγαλώνει κανείς παίζει μεγαλύτερο ρόλο στην εδραίωση της ταυτότητας του γένους παρά οι γενετικοί καθοριστικοί παράγοντες».
«Οι παππούδες μου το είχαν σκάσει από το σπίτι τους εξ αιτίας ενός πολέμου. Τώρα, κάπου πενήντα δύο χρόνια αργότερα, εγώ το έσκαγα από τον εαυτό μου».
Στο Σαν Φραντσίσκο, θα ζήσει με άστεγους στα πάρκα. Αναρωτιόταν τι να απέγινε η οικογένειά του, ο Μίλτον που είδε και τα δύο παιδιά του να έχουν φύγει, αφού και ο αδελφός της ήταν φευγάτος από καιρό.
Εκεί στο πάρκο τον ξυλοκοπάνε και τρομάζουν με την κατάστασή του. Θα τον περιμαζέψει ένας τύπος που διευθύνει ένα κλαμπ, ένα υποκοσμιακό στέκι, το Σίξτι Νάινερς, με ατραξιόν και ανάμεσα στα σόου θα ενταχθεί και ο Καλ. Στον κήπο της Οκτάπουσι.
Σε μια δεξαμενή με παραθυράκια γύρω για τους πελάτες, βουτάνε μέσα γυμνές γυναίκες, κάθε λογής. Εκεί γνωρίζεται με την Ζόρα που είναι γυναίκα που δεν επιθυμεί το φύλο της. Η Ζόρα λέει κάτι που μάλλον ανήκει στην θέση του Ευγενίδη και την σύγχρονη αντίληψη περί φύλου: «Το φύλο είναι βιολογικό. Το γένος είναι πολιτιστικό».
Η Ζόρα του δίνει βιβλία για να μορφωθεί και να εξηγήσει την περίπτωσή του. Όμως κάποια στιγμή η αστυνομία εισβάλλει στο κλαμπ και τους οδηγεί όλους στο τμήμα. Εκεί ο Καλ αναγκάζεται να τηλεφωνήσει στο σπίτι. Το σηκώνει ο αδελφός του και αμέσως μαθαίνει ότι ο πατέρας ο Μίλτον είχε σκοτωθεί σε ατύχημα.
Θα συμβούν πολλά στο ενδιάμεσο σ΄αυτό το ογκώδες μυθιστόρημα που θα ολοκληρωθεί με την συγκινητική η επιστροφή του Καλ.
“Why?” [Tessie] kept crying softly, shaking her head. “Why?” I thought she was talking about Milton. But then she clarified: “Why did you run away, honey?”
“I had to.”
“Don’t you think it would have been easier just to stay the way you were?”
I lifted my face and looked into my mother’s eyes. And I told her: “This is the way I was.”
Για πρώτη φορά ο Καλ αφήνει να εννοηθεί ότι αποφάσισε να επιλέξει το φύλο του όπως ήταν προγραμμένο στα γονίδια ή στο αρσενικό μυαλό του.
Και λέγοντας ότι “This is the way I was,” ο Καλ επιβεβαιώνει ότι πάντα ήταν ένα αγόρι και ότι έχει διαγράψει την διεμφυλικότητά του. Δεν υπάρχει γι αυτόν ένα μεσαίο γένος.
****
Το Μίντλσεξ είναι ένα μεταμοντέρνο μυθιστόρημα και ταυτόχρονα μια παλαιάς κοπής ιστορία που επικαλείται αρχαίους μύθους.
Είναι και μια ιστορία εφηβείας από τη σκοπιά της πιο ακραίας περίπτωσης intersex, η περιπέτεια μιας οικογένειας που εμφυτεύεται σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από το οικείο της, η άνοδος και πτώση του Ντητρόιτ, το χρονικό της κατάρρευσης της αμερικανικής οικογένειας και η υποβλητική περιγραφή της καταστροφής της Σμύρνης.
Ο Καλ, επανέφερε μια καινούργια ταυτότητα αλλά και τι σημαίνει να είσαι Ελληνοαμερικανός, τι σημαίνει να ζεις σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους.
Όμως μιλώντας για έναν ερμαφρόδιτο στην εφηβεία του συμπεριλαμβάνει και την ίδια τη φάση της εφηβείας, μια τόσο σημαντική περίοδο για την ανάπτυξη του ατόμου, τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του και την ένταξή του σε ένα κοινωνικό περίγυρο.
Η εμφάνιση της γενετικής θεωρίας και σε αυτό το βιβλίο είναι εμφανής και απασχόλησε και άλλα βιβλία του 21ου αιώνα. Ποιος καθορίζει την υπόστασή μας, το περιβάλλον ή τα γονίδια. Σήμερα κυριαρχεί η άποψη ότι είναι μοιρασμένα 50% στο καθένα. Έτσι και στο βιβλίο ο αφηγητής, η Κάλι, καθορίζεται από τα γονίδια που κουβαλάει μέσα της. Όμως ταυτόχρονα υπάρχει η ελεύθερη βούληση και οι πιθανότητες στη ζωή της να διαμορφωθεί διαφορετικά και αυτό είναι ένα από τα πιο δυνατά μηνύματα του βιβλίου.
***
Το μυθιστόρημα του Ευγενίδη θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηρισθεί queer novel. Mια ερμαφρόδιτη έφηβη προσπαθεί να ορίσει τον εαυτό της υπερβαίνοντας τους περιορισμούς και τους αποκλεισμούς του αντιθετικού δίπολου αρσενικό/θηλυκό, ενώ συγχρόνως ανακαλύπτει το σώμα της και πειραματίζεται με τη σεξουαλικότητά της.
Όπως γράφει η θεωρητικός Eve Sedgwics, “‘queer’ can refer to: the open mesh of possibilities, gaps, overlaps, dissonances and resonances, lapses and excesses of meaning when the constituent elements of anyone's gender, of anyone's sexuality aren't made (or can't be made) to signify monolithically”.
Ας ακούσουμε τη φωνή του Καλ.
“...I never felt out of place being a girl. I still don’t feel entirely at home among men. Desire made me cross over to the other side, desire and the facticity of my body”.
Και αν στο μυθιστόρημα ο Καλ/λι δεν πειραματίζεται με το σώμα του υπάρχει ωστόσο μια ενδιαφέρουσα περίοδος μετάβασης από την Κάλι στον Καλ. Ας θυμηθούμε την σκηνή που κόβει τα μαλλιά και δραπετεύει, τότε που κοιτάζεται στον καθρέπτη και λέει
“I refuse to return Calliope’s gaze any longer.
Έχει αρχίσει μια περίοδος μεταβατικότητας που ακριβώς αυτό το στάδιο σηματοδοτεί την trans* identity. Και είναι μια ταυτότητα σημαντική για αυτό το στάδιο που θα ήθελε και ο ίδιος ο Καλ να διαβαστεί ως έχει.
Στην πραγματικότητα είναι ένα μυθιστόρημα που ποτέ δεν νοιώθεις ότι άκουσες την οριστική ιστορία του αλλά κάτι έμεινε που δεν ειπώθηκε εκεί μέσα ειδικά όταν πηγαίνει γενιές πίσω χρησιμοποιώντας τόσα διαφορετικά εκφραστικά μέσα. Από την οθωμανική ανατολή στον Ντιτρόιτ και στο Βερολίνο και μέσα από τόσες αναφορές μυθολογικές, επιστημονικές.
***
Ο Jeffrey Eugenides όμως βουτάει εντελώς στην ελληνική του ταυτότητα δίνοντάς την όλες τις εκδοχές. Ίσως επειδή και οι Ελληνες είχαν βρει έναν μυθολογικό τρόπο για να αποδώσουν την ρευστότητα της ανθρώπινης φύσης επινοώντας τον Ερμαφρόδιτο,τη δυαδικότητα. Την ελληνοαμερικανική ταυτότητα στο τέλος. Και δεν αφορά μόνον τη εθνικότητα αλλά την σύγχρονη ταυτότητα και πώς την επινοείς σήμερα και την ξαναφτιάχνεις. Από την άλλη είναι και ένας σπόρος σ΄αυτό που θα αποκαλούσαμε Greek-American μυθιστόρημα
Ο αφηγητής κατά τη διαρκεια της αφήγησης επινοεί και φτιάχνει αυτή την ταυτότητα, όχι μόνον σωματικά αλλά μέσα από ένα πλαίσιο καταγωγής και εθνικότητας.
Είναι μια πολυγενεαλογική σάγκα, όπου οι Στεφανίδηδες ως οικογένεια επινοούν και δημιουργούν μια νέα αμερικανικότητα και ελληνικότητα τοποθετώντας την στην ήδη επικρατούσα Αμερικανική κοινωνία. Μια ελληνική κοινότητα που παλεύει να ανταπεξέλθει στα ζητήματα αυτά.
Και αυτό κυρίως μπορεί να το καταφέρει ή να το ολοκληρώσει η τρίτη γενιά, ανασυνθέτοντας και επαναφέροντας την ιστορία των προγόνων και ως εθνολογικό ζήτημα καταγωγής.
Ένας νέος κοσμοπολιτισμός που δεν παραμερίζει την εμπλοκή του με τη διαφορετικότητα, δεν αποστρέφεται τον πατριωτισμό για να αναλωθεί σε μια ηθική μια παγκοσμιότητας. Το γένος στο μυθιστόρημα είναι μια μεταφορά για έναν νέο εαυτό που θα αποφασίσει για τη δική του υπόσταση.
***
Ο Ευγενίδης το 2011, εννέα χρόνια μετά, έγραψε το τρίτο του μυθιστόρημα το The MarriagePlot, “Σενάριο γάμου”.
Ένα μυθιστόρημα που πάει πίσω στα κολεγιακά του χρόνια στο πανεπιστήμιο Μπράουν τη δεκαετία του ογδόντα και ακολουθεί τρεις φοιτητές, δύο αγόρια και ένα κορίτσι στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, την σχέση μεταξύ τους αλλά και με τον κόσμο γύρω τους. Μια ιστορία γεμάτη νεανικότητα αλλά και γαλλική θεωρία. Θα λέγαμε ένα μυθιστόρημα ιδεών αλλά ιδεών που κατατρέχονται από τη ζωή. Κι αυτό, όπως και τα άλλη μυθιστορήματα είδε ζωή ως απόσπασμα στο The New Yorker.
Το Fresh Complaint 2017, “Δελτίο παραπόνων”, είναι και η πιο πρόσφατη συλλογή διηγημάτων που συγκέντρωσε σε ένα τόμο, δημοσιευμένα και μη από το 1988 μέχρι 2017.
Θεόδωρος Γρηγοριάδης
Νοέμβριος 2019
[i] Όλα τα βιβλία του Τζέφρυ Ευγενίδης κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ
Μερικά Links
Συνέντευξη στο Paris Review (ανοιχτή στο Blog του Θεόδωρος Γρηγοριάδης )
O Jeffrey Eugenides συζητάει με τον συγγραφέα Jonathan Safran Foer
Άρθρο του Γιώργου Αναγνώστου για την Ελληνοαμερικανική λογοτεχνία
Παρουσίαση στην εκπομπή “Οι κεραίες της εποχής μας”
Δοκίμιο της Aristi Mendel : The Reinvention of Identity in Jeffrey Eugenides’s Middlesex
Συζήτηση με τον Michael Williams: